Παραδοσιακά παιχνίδια

 

Τρεις… και το λουρί της μάνας

—Τα παιδιά σχηματίζουν ένα κύκλο, καθισμένα γύρω από τη μάνα, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα παιδιά. Εκείνη βγάζει τη ζώνη της ή ένα λουρί ή σχοινί και πρώτα σχηματίζει μ’ αυτό διάφορα σχήματα, π.χ. ένα αχλάδι, ένα μήλο, ένα καλάθι κτλ. Τα άλλα πρέπει να μαντέψουν τι παριστάνει. Όποιο το βρει, του δίνει η μάνα το λουρί και τότε εκείνο έχει το δικαίωμα να σηκωθεί και να κυνηγήσει τ’ άλλα παιδιά. Η μάνα μένει στη θέση της και κάθε τόσο φωνάζει: «Τρεις και το λουρί της μάνας! ». Εκείνος που κρατεί το λουρί, συνεχίζει το κυνήγι του κι αν κτυπήσει κανένα παιδί, τότε εκείνο βγαίνει απ’ το παιχνίδι.

 

Το κουτσό

— Παίζεται από 2 ή περισσότερα παιδιά ή από 2 ομάδες παιδιών, όταν τα παιδιά είναι από 4 και πάνω. Κάθε παιδί διαλέγει την πέτρα του, που πρέπει να είναι πλακέ και ελαφριά.

—Χαράζουν στο χώμα ή ζωγραφίζουν στο πεζοδρόμιο ή στην αυλή με κιμωλία το σχήμα του κουτσού και αριθμούν τα τετράγωνα. Η επάνω διάμετρος πρέπει να έχει τόσο πλάτος, ώστε να μπορεί να σταθεί ένα παιδί με τεντωμένα τα δυο του πόδια, δηλ. περίπου 80 πόντους. Ανάλογα πρέπει να είναι τα υπόλοιπα τετράγωνα. Ορίζουν ένα σημάδι και κάθε παιδί ρίχνει την πέτρα του στο σημάδι. Όποιου η πέτρα πάει μακρύτερα, εκείνο θα παίξει πρώτο. Ύστερα αρχίζει το παιχνίδι κι όποιο παιδί παίξει πρώτο, πετάει την πέτρα του στο πρώτο τετράγωνο, από μια απόσταση ως 3 βήματα περίπου. Αν τυχόν η πέτρα πέσει είτε έξω από το τετράγωνο είτε πάνω στη γραμμή, τότε το παιδί χάνει τη σειρά του και πρέπει να περιμένει να παίξουν όλοι οι άλλοι για να ξαναρίξει. Αν πέσει μέσα στο τετράγωνο, τότε πηδάει κι αυτό μέσα, πατώντας μόνο στο δεξί πόδι και μ’ αυτό σπρώχνει την πέτρα στο επόμενο τετράγωνο. Όταν φτάσει στο τρίτο, τότε κάνει το λεγόμενο γεφυράκι, δηλ. σπρώχνει την πέτρα πάνω στη γραμμή, που είναι ανάμεσα στα 2 τετράγωνα του (4) και πατάει με τα 2 πόδια. Κατόπιν στηρίζεται πάλι στο δεξί πόδι και σπρώχνει την πέτρα στο πέμπτο τετράγωνο κι από κει στο κεντρικό τετράγωνο του (6), οπότε κάνει πάλι το γεφυράκι, έχοντας την πέτρα στο μεσιανό τετράγωνο και πατώντας με τα 2 πόδια του στα δυο ακριανά. Αμέσως μετά κάνει μεταβολή πηδώντας και τότε έχει το δικαίωμα είτε να κάνει πάλι το γεφυράκι και να σπρώξει την πέτρα με το κουτσό στο πέμπτο τετράγωνο είτε να σκύψει και να την πιάσει με το χέρι και να την πετάξει στο πέμπτο τετράγωνο. Συνεχίζει ύστερα το κουτσό και γυρίζει πίσω βγάζοντας την πέτρα έξω.

 

Το Μπιζ!

—Παίζεται από αγόρια και κορίτσια ηλικίας 8-15 ετών. Το παιχνίδι αυτό είναι αρχαιότατο και το όνομά του ήταν «κολλαβίζειν» και αναφέρεται και στο «κατά Λουκάν Ευαγγέλιο κβ΄ 66». Τα παιδιά αρχικά βάζουν κλήρο για να δουν ποιος θα τα φυλάει. Εκείνος, που θα του πέσει ο κλήρος, κάθεται σ’ ένα σκαμνί ή στέκει σκυφτός και βάζει το δεξί του χέρι κάτω απ’ την αριστερή μασχάλη του, κρατώντας την παλάμη ανοιχτή προς τα πάνω, ενώ με το αριστερό του χέρι κρατάει κλειστά τα μάτια του. Οι άλλοι παίκτες στέκονται προς τα αριστερά του κι ένας απ’ αυτούς τον πλησιάζει και του κτυπά την ανοιχτή παλάμη κι ύστερα απομακρύνεται, τρέχοντας μαζί με τους άλλους, που όλοι χοροπηδούν γύρω του και στριφογυρίζουν το δάχτυλό τους φωνάζοντας: «Μπιζζ! », όπως κάνει η μέλισσα. Αυτός που τα φυλάει, πρέπει να μαντέψει ποιος τον κτύπησε. Αν τον ανακαλύψει, τότε αυτός παίρνει τη θέση του, ειδεμή το παιχνίδι συνεχίζεται κατά τον ίδιο τρόπο.

 

Το Μαντηλάκι

—Παίζεται από αγοράκια και κοριτσάκια ηλικίας 5-10 ετών.
Είναι κυκλικό κυνηγητό και λέγεται και «ΑΛΑΤΙ ΧΟΝΤΡΟ». Τα παιδάκια σχηματίζουν κύκλο και κάθονται στα γόνατα με το πρόσωπο γυρισμένο προς το εσωτερικό του κύκλου. Ένα παιδί, που βγαίνει με λάχνισμα (κλήρο), κρατάει ένα μαντιλάκι στο χέρι του και κάνει απ’ έξω το γύρο του κύκλου, τραγουδώντας:

 «Αλάτι χοντρό, αλάτι ψηλό,
  έχασα τη μάνα μου
  και πάω να τη βρω!
  Παπούτσια δε μου πήρε
  να πάω στο χορό»

Καθώς η μάνα τραγουδάει και τρέχει γύρω από τον κύκλο, πετάει κρυφά το μαντίλι πίσω από ένα παιδί και συνεχίζει μέχρι να καταλάβουν τα υπόλοιπα ότι δεν το κρατάει πια. Τότε όλα τα παιδιά ψάχνουν με τα χέρια πίσω τους να δούν μήπως έχουν το μαντίλι. Το παιδί που έχει πια στα χέρια του το μαντήλι σηκώνεται και κυνηγάει τη "μάνα". Αν την πιάσει, ξανακάθεται στη θέση του μαζί με τα άλλα παιδιά και η "μάνα" συνεχίζει ως μάνα μέχρι να καταφέρει να κάτσει. Αν η «μάνα» όμως προλάβει να κάτσει στη θέση αυτού που σηκώθηκε, τότε το παιδί που έχασε τη θέση του γίνεται "μάνα" και το παιχνίδι αρχίζει από την αρχή.

 

Αμπάριζα

— Παραδοσιακά είναι ένα παιχνίδι, κυρίως γι’ αγόρια 12-15 ετών, αλλά μπορούν να το παίξουν και κορίτσια. Έχει πολύ αυστηρούς κανόνες, που οι παίκτες πρέπει να τους κρατούν με κάθε τρόπο.
Τα παιδιά, χωρίζονται σε 2 ομάδες και κάθε ομάδα έχει τη μάνα της. Κάθε ομάδα διαλέγει την περιοχή της, και στο κέντρο είναι η αμπάριζα που αποτελείται από ένα σωρό, καμωμένο με τα πανωφόρια των παιδιών ή ένα δέντρο, αν υπάρχει σ’ αυτόν το χώρο. Γύρω απ’ την αμπάριζα, κάθε ομάδα χαράζει έναν κύκλο, και εκεί θα φυλάγονται τα σκλαβάκια. Μπροστά από τον κύκλο αυτό, κάθε ομάδα χαράζει μια ίσια γραμμή, που δείχνει τα σύνορα της περιοχής της.

—Την αρχή την κάνει ένας από τους παίκτες της ομάδας Α, που προχωρεί προς τη γραμμή κι αρχίζει να κοροϊδεύει τους αντιπάλους του. Τότε ο αρχηγός, η μάνα της αντίθετης ομάδας δίνει την εντολή σ’ έναν απ’ τους δικούς της, να τον κυνηγήσει και να πιάσει τον αιχμάλωτο.

—Αν ο αντίπαλος της ομάδας Α γυρίσει πίσω στην περιοχή του χωρίς να πιαστεί, τότε αυτός που τον κυνηγάει, πρέπει να γυρίσει ξανά στο στρατόπεδό του και να πάρει «φωτιά» ή να πιάσει «αμπάριζα». Φωνάζει τότε: «Παίρνω αμπάριζα και βγαίνω» και τότε χτυπάει την αμπάριζα και βγαίνει πάλι έξω. Εντωμεταξύ κι άλλοι παίκτες της ομάδας Α και της Β έχουν βγει και κυνηγιούνται. Αν κανείς φτάσει τον αντίπαλό του και τον αγγίξει, έστω και με τα δάχτυλα, και φωνάξει: «Σ’ έπιασα», τότε αυτός θεωρείται αιχμάλωτος και οδηγείται με θριαμβευτικές κραυγές στο στρατόπεδο των αιχμαλώτων του αντιπάλου, δηλ. στον κύκλο που είναι χαραγμένος γύρω από την αμπάριζα, και δεν επιτρέπεται να φύγει μόνος του. Ωστόσο αν κάποιος από τη δική του ομάδα καταφέρει να χωθεί μέσα στο εχθρικό στρατόπεδο και χτυπήσει έναν από τους αιχμαλώτους, τον ελευθερώνει. Δε μπορεί όμως να ελευθερώσει παρά μονάχα ένα σε κάθε έξοδό του.  Οι αρχηγοί των ομάδων δεν παίρνουν μέρος στο παιχνίδι, γιατί αν τυχόν συλληφθεί ένας αρχηγός, τότε χάνει ολόκληρη η ομάδα του το παιχνίδι.

Τα Σκαμνάκια

—Το παιχνίδι παίζεται από 5-8 παιδιά, που σχηματίζουν μια ομάδα. Τα παιδιά στέκονται στην σειρά και ο πρώτος πηγαίνει σε μια απόσταση 2 μέτρων και σκύβει, ακουμπώντας τα χέρια του στα γόνατά του. Ο δεύτερος παίρνει φόρα και ακουμπώντας τα χέρια του στη ράχη του πρώτου πηδάει από πάνω του κι ύστερα στέκει, όπως και ο πρώτος σε μια απόσταση επίσης 2 μέτρων. Ακολουθεί ο τρίτος, που αφού πηδήσει και ακουμπήσει επάνω στον πρώτο, ύστερα πατάει στο ενδιάμεσο διάστημα, παίρνει φόρα και πηδάει επάνω στον δεύτερο κι αφού πατήσει και κάνει 2 βήματα, σκύβει κι αυτός με τη σειρά του. Το παιχνίδι συνεχίζεται ώσπου να πηδήσει κι ο τελευταίος. Οπότε ξαναπηδάει πάλι ο πρώτος αν θέλει.

Το  δαχτυλιδάκι

Παίζεται από κοριτσάκια 6-10   ετών.    
Λέγεται και «ΚΡΙΝΑΚΙ». Όλα τα κοριτσάκια κάθονται στη σειρά, εκτός από τη μάνα, που στέκεται όρθια, απέναντί τους. Καθώς κάθονται, κρατούν τα χέρια τους ενωμένα, με τις παλάμες τεντωμένες, επάνω στα γόνατά τους. Η μάνα, που στέκει αντίκρυ τους, έχει κι αυτή τα χέρια της ενωμένα κατά τον ίδιο τρόπο, αλλά μέσα στη χούφτα της έχει κρυμμένο ένα δαχτυλίδι ή ένα χαλικάκι ή οποιοδήποτε άλλο μικρό αντικείμενο. Η μάνα στέκει μπροστά από κάθε κορίτσι και βάζει τα ενωμένα χέρια της ανάμεσα στα δικά του, κάνοντας πως τάχα αφήνει να πέσει στα χέρια του το δαχτυλίδι. Τελικά, το αφήνει να πέσει στα χέρια κάποιας, συνεχίζει όμως ως την τελευταία. Όταν περάσει απ’ όλες, ρωτάει όλα τα κορίτσια, ανάκατα, σε ποια άφησε το δαχτυλίδι. Όποια το ανακαλύψει, γίνεται μάνα, αλλιώς το παιχνίδι ξαναρχίζει με την ίδια μάνα.

 

Γύρω- γύρω  όλοι

•Παίζεται από κοριτσάκια και αγοράκια ηλικίας 4-8 ετών . Τα παιδάκια σχηματίζουν έναν κύκλο και βάζουν το πιο μικρό στη μέση. Ύστερα πιάνονται από τα χέρια και γυρίζουν τραγουδώντας:
                                       Γύρω-γύρω όλοι
                                    Στη μέση ο Μανόλης,
                                  Χέρια, πόδια στη γραμμή
                                   Όλοι κάθονται στη γη!
                                   -Κάθισε, Μανωλάκη!
Με το: «όλοι κάθονται στη γη!», όλα τα παιδάκια κάθονται χάμω και τεντώνουν τα πόδια τους προς το κέντρο. Το ίδιο πρέπει να κάνει και ο «Μανόλης».

 

Η  μικρή Ελένη

•Παίζεται από κοριτσάκια ηλικίας 4-8 ετών. Τα κοριτσάκια σχηματίζουν έναν κύκλο, που κοιτάζει προς τα μέσα. Στο κέντρο κάθεται ένα κοριτσάκι, που κάνει τάχα ότι κλαίει. Τα άλλα γυρίζουν γύρω-γύρω και τραγουδούν:
                                               " Η μικρή Ελένη
                                              κάθεται και κλαίει
                                    γιατί δεν την παίζουν οι φιλενάδες της.
                                       Σήκω απάνω, πλύνε τα μάτια,
                                     Κοίταξε τον ήλιο κι αποχαιρέτησε! "
Το κοριτσάκι, τότε, που κάνει την Ελένη, πλένει δήθεν τα μάτια της και κοιτάζει τον ήλιο κι ύστερα σηκώνεται ξαφνικά και πιάνει μια απ’ τις άλλες, που γίνεται εκείνη Ελένη με τη σειρά της.

Βασιλιάς

 Ένα παιδί κάθεται κάπου ψηλά και κάνει το βασιλιά. Τα υπόλοιπα κάνουν μία ομάδα μπροστά του και ρωτούν:

-Βασιλιά, βασιλιά με τα δώδεκα σπαθιά, τι δουλειά;

-Τεμπελιά! Απαντά ο βασιλιάς.

Κατόπιν τα παιδιά συνεννοούνται μεταξύ τους κρυφά από το βασιλιά και παριστάνουν όλα χωρίς να μιλούν, ότι κάνουν μία δουλειά (παντομίμα) π.χ. ότι θερίζουν, ότι πατούν τα σταφύλια, ότι ζυμώνουν, ότι μαγειρεύουν.... Ταυτόχρονα ρωτούν πάλι:

-Βασιλιά, βασιλιά με τα δώδεκα σπαθιά, τι δουλειά;

Ο βασιλιάς πρέπει να μαντέψει τι δουλειά κάνουν τα παιδιά.
 Αν δεν το μαντέψει, τα παιδιά φωνάζουν "όχι!" και συνεχίζουν μέχρι να το βρει. Όταν τελικά ο βασιλιάς μαντέψει, τι δουλειά κάνουν, τότε τα παιδιά φωνάζουν "ναι" και σκορπίζουν τρέχοντας. Ο βασιλιάς τότε πρέπει να πιάσει ένα παιδί κυνηγώντας το, για να τα φυλάξει βασιλιάς.

 

ΤΑ  ΜΗΛΑ

•Τα μήλα είναι ένα ωραίο παιχνίδι. Παίζεται με πολλά παιδιά. Δυο παίχτες είναι έξω, δηλαδή στις δυο άκρες, και τα υπόλοιπα παιδιά είναι μέσα.

•Στην αρχή οι δυο παίχτες πετάνε τρεις φορές την μπάλα ψηλά και οι άλλοι προσπαθούν να την πιάσουν. Εάν ένας παίχτης πιάσει και τις τρεις μπαλιές παίρνει τρία μήλα, δηλαδή τρεις ζωές. Εάν πιάσει τις δυο, θα πάρει δυο ζωές, αν πιάσει μία μπαλιά θα πάρει μία ζωή.

•Μετά οι δυο παίχτες στέκονται στις άκρες και αρχίζουν να πετάνε την μπάλα, κοφτές μπαλιές, και προσπαθούν να πετύχουν με την μπάλα κάποιο παιδί που είναι μέσα. Αν η μπάλα ακουμπήσει κάποιο παιδί, αυτό καίγεται και βγαίνει από το παιχνίδι.

•Εάν όμως έχει ζωή, δε θα βγει από το παιχνίδι. Απλά θα έχει χάσει τη ζωή του. Εάν όμως κάποιο παιδί πιάσει την μπάλα, χωρίς αυτή να έχει χτυπήσει κάτω ή σε κάποιο παιδί, τότε κερδίζει ένα μήλο, δηλαδή μια ζωή.

•Όταν καούν όλα τα παιδιά και μείνει ένας παίχτης στο παιχνίδι, προσπαθεί να αποφύγει τις δέκα μπαλιές που θα του ρίξουν.

• Εάν τα καταφέρει και δεν καεί, κέρδισε!

 

Αν θέλετε να δείτε την παρουσίασή μας, πατήστε στην παρακάτω εικόνα:

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

https://users.sch.gr/vaxtsavanis/paixnidia.html

 

 

 

 

 

© 2014 Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα

Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδαWebnode